"Δεν υπάρχει δημοσιογραφία": Ο φόβος απέναντι στο χρόνο και η αλαζονεία που γεννά η πληγή στο ναρκισσισμό. Ας μιλήσουμε ρεαλιστικά

 Πολλές φορές ακούω το εξής: «Δεν υπάρχει δημοσιογραφία σήμερα»! Και κυρίως από επαγγελματίες της δικής μου γενιάς κι εποχής που αισθάνονται εγκλωβισμένοι στα σύγχρονα Μέσα έχοντας χάσει το «λούστρο» από το παρελθόν.



Για να είμαστε ειλικρινείς δε μπορούμε να καυχιόμαστε ως δημοσιογράφοι για το δρόμο που έχει πάρει αυτό που αποκαλούμε και πρέπει να είναι λειτούργημα.

Παρότι δε γνωρίζω ποιος επαγγελματικός χώρος μπορεί να «καυχιέται» για την πρόοδο, την εξέλιξη και την κοινωνική του προσφορά σήμερα, σίγουρα δεν παρηγορούμαι απ’ αυτό! Θα έπρεπε να είμαστε καλύτεροι με δεδομένο ότι ο αντίκτυπος στη δική μας «προσφορά» είναι πολύ διαφορετικός.

Όμως το «δεν υπάρχει δημοσιογραφία» είναι λίγο υπερβολικό. Διότι μπορεί ο τρόπος με τον οποίο αποτυπώνεται να είναι καθαρά «εξουσιολαγνικός» κι αντί να ελέγχεται η εξουσία να αναζητείται τρόπος στήριξής της, αλλά θα πρέπει να συνυπολογίσουμε κι άλλες παραμέτρους.

1.Ότι αυτό συνέβαινε και παλαιότερα μόνο που τα Μέσα ήταν αυστηρά η εφημερίδα (κυρίως), η τηλεόραση και το ραδιόφωνο. Με τα social media κάθε πολίτης είναι «εν δυνάμει ρεπόρτερ» με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό: Από αποκάλυψη μέχρι διασπορά ψεύδους.

2.Ότι κανένα Μ.Μ.Ε δεν κρίνεται από το αναγνωστικό κοινό (άλλη διφορούμενη έννοια) όπως γινόταν με τις εφημερίδες και τις πωλήσεις τους αλλά από την τσέπη είτε επιχειρηματιών (με δεδομένα συμφέροντα) είτε στοιχηματικών εταιρειών (που αποτελούν τη νέα μάστιγα).

3.Ότι η γενικότερη κατάσταση, οι δύσκολες εργασιακές συνθήκες, οι χαμηλοί μισθοί και η γενικότερη ανασφάλεια, οδηγούν στην «προσκόλληση» που εξασφαλίζει μια «σιγουριά» ή τουλάχιστον μια «παράταση» μακράς διαρκείας.

4.Η ανυπαρξία των Δημοσιογραφικών Ενώσεων που έχουν συμβιβαστεί με την εξουσία και παρέχουν ανακοινώσεις συμπαράστασης με δημιουργική ασάφεια, παρά αναλαμβάνουν δράση. Κάποτε έκανες πως και πως για να μπεις στον ΠΣΑΤ και την ΕΣΗΕΑ.  Τώρα στα νέα παιδιά δε λέει τίποτα.

Αν θέλουμε ν’ αντιμετωπίσουμε με ρεαλισμό την κατάσταση τότε θα πρέπει να είμαστε ειλικρινείς, ακόμα και σκληροί.

Όταν εμείς αρχίζαμε τη δημοσιογραφική μας πορεία, αισθανόμασταν άσχημα ακριβώς επειδή ακούγαμε από τους παλαιότερους το «δεν υπάρχει δημοσιογραφία σήμερα, στις μέρες μας υπήρχε». Εμάς μας φαίνονταν ξεπερασμένοι οι ίδιοι. Είχαν άλλους ρυθμούς, άλλο τρόπο γραφής, άλλη οπτική, είχαν μάθει σε άλλες εποχές, με διαφορετικούς ανθρώπους και συνθήκες.

Ακόμα και στους περισσότερους η γραφομηχανή ήταν πολυτέλεια καθώς προτιμούσαν το παραδοσιακό χειρόγραφο ενώ το fax το αντιμετώπιζαν ως μηχάνημα του διαβόλου.

Τώρα διαβάζετε τις λέξεις fax και χειρόγραφο ή γραφομηχανή και προφανώς πιστεύετε ότι αναφερόμαστε στην εποχή του χαλκού. Τότε που μας έλεγαν «180 λέξεις» και μετρούσαμε μια προς μία. Βέβαια η απόλυτη πρόοδος ήταν να «ορίζουμε» 10 λέξεις ανά σειρά στη γραφομηχανή και μετά μετρώντας σειρές να βρίσκουμε τις λέξεις!

Εκπληκτικό.

Οι παλιοί είχαν μάθει π.χ να πηγαίνουν στα γήπεδα και στις προπονήσεις ή στα στέκια, να μαζεύουν εκεί τις πληροφορίες και να τις γράφουν το βράδυ στην εφημερίδα.

Εμείς (οι νυν «παλιοί») μάθαμε τα γήπεδα, τις προπονήσεις αλλά υπήρχε και το τηλέφωνο! Σταθερό βεβαίως! Δεν είχαμε μάθει ακόμα τα γραφεία Τύπου να μοιράζουν το ρεπορτάζ.

Δεν κατηγορώ. Κι εγώ ως Διευθυντής Επικοινωνίας μοίραζα και ρεπορτάζ και non paper και όλα! Ο καθένας κάνει τη δουλειά του.

Αλλά μήπως και τότε δεν υπήρχε «προσκόλληση» και χατίρι στους προέδρους, τους προπονητές ή τους παίκτες; Και μάλιστα με μικρότερη δυνατότητα παροχής πληροφοριών στους αναγνώστες και το κοινό, άρα περιορισμένος έλεγχος στο να εξακριβωθεί η φερεγγυότητα της είδησης.

Ας μη γελιόμαστε. Υπήρχε. Και πιθανότατα κάποιοι να θλίβονται επειδή χάθηκε αυτή η πρωτοκαθεδρία. Αλλάζουν οι εποχές, αλλάζουν οι άνθρωποι, οι συνθήκες και όλα. Μας προσπερνούν. Κι αυτό δεν πρέπει να το αντιμετωπίζουμε εγωιστικά και αλαζονικά φωνάζοντας «πέθανε η δημοσιογραφία».

Και τότε ΚΑΠΩΣ βρίσκαμε την είδηση. Κάποιους είχαμε από «κοντά». Κάποιες «εξυπηρετήσεις» κάναμε σε προέδρους, παράγοντες, παίκτες, προπονητές ή μάνατζερ. Σε άλλες εποχές, με άλλους ανθρώπους, δημιουργούς και όχι κληρονόμους.

Τώρα υπάρχουν κινητά τηλέφωνα, απευθείας συνομιλίες στο messenger ή στο WhatsApp και το Viber, ακόμα και μέσω φωτογραφιών ή βίντεο! Τα αθλητικά γεγονότα σχεδόν όλα είναι Live.

Από τα γήπεδα δε γράφεις αυτά τα «μικρά- μικρά» (όπου για να είμαστε ειλικρινείς γράφονταν τέρατα) αλλά αρκεί ένα βίντεο να ανέβει στην ιστοσελίδα και να βάλεις στο κλίμα τον κόσμο!

Δε χρειάζεται να είσαι εκεί και να γράφεις τη συνέντευξη Τύπου αφού είναι LIVE. Και απαιτείται πλέον περισσότερος όγκος δουλειάς σε σύντομο χρονικό διάστημα, παρά ποιότητα.

Προφανώς και δαιμονοποιούμε τους «πιασάρικους» τίτλους που θα φέρουν κλικ ξεχνώντας ότι και τα πρωτοσέλιδα της εποχής (σε άλλη κοινωνία) παρουσίαζαν τον «Βουτσά βαμμένο μαύρο» (όπως στην ελληνική ταινία) σε σούπερ σταρ.

Με το που τελειώνει μια εκδήλωση μπορείς ΑΜΕΣΑ να κάνεις εκπομπή στο διαδίκτυο με απευθείας σύνδεση και παρόντες τους πρωταγωνιστές. Τέτοιο προνόμιο (προφανώς ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟ) δεν το είχαμε τότε.

Η τεχνολογία έχει προχωρήσει, τα παραδοσιακά μένουν πίσω και θα πρέπει αφενός μεν να προσαρμοστούμε, αφετέρου δε να συμβάλλουμε στο να γίνει καλύτερη η εικόνα της δημοσιογραφίας. Αφού αυτήν «υπηρετούμε».

Που θέλω να καταλήξω; Ότι η εξέλιξη της τεχνολογίας μας δίνει τη δυνατότητα να γίνουμε καλύτεροι κι εμείς και η δημοσιογραφία γενικότερα. Το ότι δεν αξιοποιείται ορθώς δε σημαίνει ότι «δεν υπάρχει δημοσιογραφία» σημαίνει ότι «έχουμε αποτύχει ως δημοσιογράφοι».

Ή ακόμα ότι πληγώθηκε βάναυσα ο ναρκισσισμός μας αφού σε παλαιότερες εποχές μια φωτογραφία με ένα διάσημο μας χάριζε «μόστρα» και «βιτρίνα». Τώρα είναι εύκολο για όλους.

Παράλληλα είναι πέρα για πέρα ΑΔΙΚΟ να φορτώνουμε στα νέα παιδιά μια αποτυχία πολύ περισσότερο από τη στιγμή που εμείς, στη διάρκεια της κρίσης, δεν παλέψαμε ώστε να τους παραδώσουμε κάτι παραπάνω από μαγαζιά- γαλέρες και ψευδεπίγραφη όσο και στιγμιαία «δόξα» .

Ποτέ δε φωνάξαμε για την ΑΠΟΛΥΤΗ ΚΕΝΟΤΗΤΑ των σχολών δημοσιογραφίας, επειδή πολλοί από εμάς στις χρυσές εποχές είχαμε βολευτεί με ένα καλό μεροκαματάκι ως καθηγητές. Ή μάλλον, εξαιρέστε με απ’ αυτό τον κανόνα, διότι φώναζα από τότε.

Από τις σχολές που βγαίνουν εκείνοι που κρατούν τα κουπιά στη γαλέρα, με οχτάωρα ροής χωρίς δημοσιογραφική δουλειά (ουσιαστικά), με μηδέν χρήματα, χωρίς ασφάλιση σε όποια ιστοσελίδα φυτρώνει όποτε γουστάρει.

Ας πάψουμε να αναφερόμαστε και στα ασύντακτα ή γεμάτα ορθογραφικά λάθη κείμενα των νέων κι ας θυμηθούμε ότι εμείς στις εφημερίδες είχαμε διορθωτές. Που αν δεν υπήρχαν θα έβγαιναν «τέρατα» όπως συνέβη όταν λόγω περικοπών οι πρώτοι που απολύθηκαν ήταν οι διορθωτές.

Παρόλ’ αυτά έχει ανοίξει κάποιος το θέμα των διορθωτών στις ιστοσελίδες; Μπα. Ας προσαρμόσουμε λοιπόν τη τεχνολογική εξέλιξη στην αλήθεια και να μην «κλαιγόμαστε» επειδή μας ξεπέρασαν οι εποχές αλλά και η νέα γενιά που έρχεται δυναμικά.

Αν έχουμε ένα χρέος είναι να διατηρήσουμε το δυναμισμό τους αποβάλλοντας το βιωματικό «είμαι ο παλιός» που μας εκνεύριζε στο στρατό.

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Το ζήσαμε! Απάντηση σε τοποθέτησή μας που δεν είχαν δημοσιεύσει!

Τέσσερα χρόνια σπάμε τα πόδια και τα μούτρα μας

Μάθε την ιστορία της πόλης σου για να την αγαπήσεις και να συμμετέχεις στα κοινά