Ήθελε να αυτοκτονήσει αλλά τον πήρε ο ύπνος!

Μια από τις πολλές περίεργες ερωτικές ιστορίες στην Αθήνα της δεκαετίας του ’30 αλιεύσαμε στην εφημερίδα «ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ» τον Απρίλιο του 1933.



Ήρωας ο νεαρός Στέφανος Λαμπρακόπουλος, υπάλληλος εμπορορραφείου ο οποίος ερωτεύτηκε σφόδρα μια πανέμορφη κοπέλα, από ευκατάστατη οικογένεια. Η άρνηση των γονιών της κοπέλας να αποδεχτούν τον Λαμπρακόπουλο για γαμπρό, τον οδήγησε σε μια ιδέα.

«Καιρός για αυτοκτονία» έλεγε διαρκώς προς τους συναδέλφους του στο εμπορορραφείο. Μέχρι που βαρέθηκαν και του είπαν: «Άνοιξε το παράθυρο και πέσε».

Όμως ο ερωτευμένος νέος δεν ήθελε να πέσει. Ούτε να αυτοκτονήσει. Ήθελε απλώς να δημιουργήσει ντόρο και να πειστούν έτσι οι «άκαρδοι» γονείς της κοπέλας και να δώσουν τη συγκατάθεσή τους. Και παράλληλα να ευαισθητοποιήσει τους δικούς του γονείς, στην Καλαμάτα, ώστε στο άκουσμα της είδησης να του έστελναν μερικά χιλιάρικα.

Για να κάνει πιο πειστικό το κόλπο του έγραψε κι επιστολή προς την αστυνομία.

«Εν Αθήναις την 4/4/1933

Προς την σεβαστή Αστυνομία έχω να εκθέσω τα κάτωθι.

Κύριε Διευθυντά. Σήμερον αποφάσισα να αυτοκτονήσω διότι έως εδώ έχω επιβαρύνει την κοινωνική μου ζωή, λόγω του ότι είμαι ερωτευμένος μετά της αγαπητής μου. Διότι είναι η πρώτη φορά που αγάπησα πρόσωπο που με αγαπά όπως εγώ. Οι γονείς της όμως δεν ήθελαν το γάμο και γι’ αυτό θέλαμε να αυτοκτονήσουμε και οι δύο, αλλά για να αποφύγω το βάρος αυτό, της είπα ότι δεν αυτοκτονώ και τώρα θα παρακαλέσω την αγάπη μου να μην πράξει το τοιούτο.

Το όνομά της το παραλείπω.

Ανακοινώνω στην αγαπητή Αστυνομία ότι θα αυτοκτονήσω αύριο στις 9 η ώρα και αναθέτω στους αγαπητούς μου φίλους όπως με συγχωρήσουν διότι τους αφήνω εις τα κρύα του λουτρού. Να μη στενοχωρηθούν. Σας γράφω και το εξής, διότι θέλω να δημοσιευτεί: Αφήνω εις την κουνιάδα μου, τον γλυκύτατο χαιρετισμό μου, διότι με αγαπάει πολύ και μου διαθέτει το ένα τέταρτο της περιουσίας της- επτακοσίας χιλιάδας δραχμών- για να πάρω ένα αυτοκίνητο κούρσα, να διασκεδάζω τη ζωή μου και να αγοράσω ένα σπίτι να εγκατασταθώ εις την Αθήνα.

Αλλά η τύχη δεν με αφήνει να απολαύσω αυτό το οποίο ζητούσε. Και τώρα κλείνω κι εγώ το μαγαζί μου και παρακαλώ τους χρεωφειλέτες μου να γλεντήσουν αυτά που μου χρωστούν. Εις την κηδεία μου διαθέτω δέκα χιλιάδες δραχμές και τα υπόλοιπα να δοθούν εις τους φτωχούς. Γεια σας αγαπητοί μου φίλοι. Στέφανος Λαμπρακόπουλος».



Οι αστυνομικοί έσπευσαν στο εμπορροραφείο που εργαζόταν αλλά δεν τον βρήκαν. Αμεσως πήγαν στο σπίτι του όπου τον πέτυχαν να κοιμάται μακαρίως ενώ κάτω από το μαξιλάρι του βρισκόταν ένα περίστροφο. Χωρίς σφαίρες!

Οδηγήθηκε στη Γενική Ασφάλεια και αφέθηκε ελεύθερος αφού κατέθεσε ότι δεν είχε σκοπό να αυτοκτονήσει. Και ζητούσε διαρκώς να μάθει αν πήγαν δημοσιογράφοι στο μέρος που εργαζόταν για να γράψουν την ιστορία της «αυτοκτονίας» του.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Το ζήσαμε! Απάντηση σε τοποθέτησή μας που δεν είχαν δημοσιεύσει!

Τέσσερα χρόνια σπάμε τα πόδια και τα μούτρα μας

Μάθε την ιστορία της πόλης σου για να την αγαπήσεις και να συμμετέχεις στα κοινά